Αν τα εκκολπώματα που έχουν εκδηλωθεί στο παχύ έντερο αναπτύξουν φλεγμονή, τότε προκαλείται εκκολπωματίτιδα, η οποία συνιστά έναν τύπο κολίτιδας. Η ύπαρξη εκκολπωμάτων δεν συνεπάγεται την εκδήλωση εκκολπωματίτιδας, καθώς τα εκκολπώματα μπορεί να παραμείνουν ασυμπτωματικά.

Η εκκολπωματίτιδα μπορεί να είναι οξεία ή χρόνια. Με την οξεία μορφή, μπορεί να εκδηλωθούν μία ή περισσότερες σοβαρές κρίσεις μόλυνσης και φλεγμονής. Στη χρόνια εκκολπωματίτιδα, η φλεγμονή και η λοίμωξη μπορεί να υποχωρήσουν αλλά ποτέ να μην εξαφανιστούν εντελώς. Με την πάροδο του χρόνου, η φλεγμονή μπορεί να οδηγήσει σε απόφραξη του εντέρου. Εάν η απόφραξη συνεχιστεί, ο κοιλιακός πόνος και η ευαισθησία θα αυξηθούν.

Παράλληλα, η συγκεκριμένη πάθηση διακρίνεται σε απλή και επιπλεγμένη. Η απλή μορφή της πάθησης δεν παρουσιάζει επιπλοκές και συνήθως αντιμετωπίζεται συντηρητικά. Η επιπλεγμένη εκκολπωματίτιδα συνήθως χρήζει χειρουργικής αντιμετώπισης για την πρόληψη επιπλοκών όπως απόφραξη του παχέος εντέρου, περιτονίτιδα, σήψη ή δημιουργία αποστήματος ή συριγγίου.

Αιτίες εμφάνισης εκκολπωματίτιδας

Η εκκολπωματίτιδα προκύπτει σε περίπτωση αδυναμίας του τοιχώματος του παχέος εντέρου, διαταραχής στην αιμάτωση ή απόφραξής του. Άλλες αιτίες εμφάνισης της πάθησης συνιστούν:

  • Η δυσκοιλιότητα, εξαιτίας της οποίας ασκούνται αυξημένες πιέσεις στο παχύ έντερο.
  • Η ανάπτυξη μικροβίων λόγω της παγίδευσης μέσα στα εκκολπώματα κοπράνων από το έντερο.
  • Η προχωρημένη ηλικία
  • Η ελλιπής σε φυτικές ίνες διατροφή και η αφυδάτωση
  • Η απουσία σωματικής δραστηριότητας
  • Το κάπνισμα
  • Η παχυσαρκία

Συμπτώματα εκκολπωματίτιδας

Τα συμπτώματα που εκδηλώνονται με την ύπαρξη εκκολπωματίτιδας βρίσκονται σε συνάρτηση με την έκταση της φλεγμονής. Τα πιο συνηθισμένα συμπτώματα περιλαμβάνουν:

  • Πόνο στο αριστερό κάτω τμήμα της κοιλιάς.
  • Δυσκοιλιότητα
  • Διάρροια
  • Ναυτία και έμετο
  • Πυρετό

Διάγνωση εκκολπωματίτιδας

Για τη διάγνωση της εκκολπωματίτιδας, σε αντίθεση με την ανεύρεση των εκκολπωμάτων, δεν ενδείκνυται η κολονοσκόπηση λόγω της αυξημένης ευαισθησίας του παχέος εντέρου και του κινδύνου διάτρησης. Οι εξετάσεις που χρησιμοποιούνται για τη διάγνωση της πάθησης είναι η αξονική τομογραφία και ο βαριούχος υποκλυσμός, όπου με τη χρήση σκιαγραφικού διαπιστώνονται τυχόν ανωμαλίες. Είναι σημαντικό να γίνει ενδελεχής έλεγχος σε ολόκληρο το παχύ έντερο για τον αποκλεισμό άλλων ασθενειών όπως οι πολύποδες ή ο καρκίνος.

Θεραπεία εκκολπωματίτιδας

Ήπια μορφή της πάθησης αντιμετωπίζεται στην πλειοψηφία της συντηρητικά. Στον ασθενή χορηγούνται αντιβιοτικά και συνιστάται να ακολουθήσει ειδική υδαρή δίαιτα για βραχυπρόθεσμο χρονικό διάστημα. Σε πιο σοβαρές περιπτώσεις, μπορεί να χρειαστεί εισαγωγή στο νοσοκομείο και ενδοφλέβια χορήγηση υγρών και αντιβιοτικών. Αν κι αυτή η μέθοδος δεν αποφέρει αποτελέσματα, τότε συνιστάται χειρουργική αντιμετώπιση, ιδίως σε περιπτώσεις υποτροπής της πάθησης ή εμφάνισης σοβαρών επιπλοκών όπως η περιτονίτιδα ή η απόφραξη του εντέρου.

Η χειρουργική επέμβαση που εφαρμόζεται για την αντιμετώπιση της εκκολπωματίτιδας είναι η κολεκτομή, και μπορεί να διενεργηθεί είτε με ανοιχτό χειρουργείο, είτε λαπαροσκοπικά. Έτσι αφαιρείται το προβληματικό τμήμα του παχέος εντέρου και στη συνέχεια επανενώνονται τα δύο άκρα του. Σε οξείες περιπτώσεις, όπου η πάθηση έχει προκαλέσει σοβαρές επιπλοκές, μπορεί να χρειαστεί να εφαρμοστεί κολοστομία και παροχετεύσεις στην περιοχή της κοιλίας.